Αναλυτική περιγραφή
Ο Δον Γιακίντο, ο εκκλησιάρχης της «Νουέοτρα Σενόρα ντε λος Ρέγιες», είχε προσέξει την άγνωστη γυναίκα που ερχόταν και γονάτιζε την ίδια ώρα κάθε μέρα κοντά στον τάφο του Σαν Χοσέ Οριόλ. Την είχε συνηθίσει πια και του άρεσε να την παρακολουθεί κρυμμένος πίσω από κάποια κολώνα. Ήταν σίγουρος πως αυτή τουλάχιστον, βρισκόταν στον σωστό και ίσιο δρόμο του Θεού. Ότι ήταν μια θεοφοβούμενη γυναίκα που προσπαθούσε με πάθος, να ακούσει τις εντολές του Κυρίου για να συμμορφώνεται σ’ αυτές. Μα σ’ αυτό ο Δον Γιακίντο, έπεφτε έξω.
Ναι, η άγνωστη, πράγματι προσευχόταν με κατάνυξη στον Κύριο, όχι όμως για να συμμορφωθεί στις εντολές του. Προσευχόταν μόνο για να της φέρει πίσω τον Πάκο. Τον Πάκο, που τον είχε αγαπήσει απ’ την πρώτη κιόλας μέρα που συναντήθηκαν, τον Πάκο που της είχε υποσχεθεί να την πάρει μακριά απ’ τη Βαρκελώνη, τον Πάκο που την είχε αφήσει χωρίς νέα του τώρα και τόσες μέρες...
Όμως δεν ανησυχούσε για τον Πάκο μόνο αυτή η άγνωστη γυναίκα. Ανησυχούσε και ο Μιγκουέλ Λουίτζι, Επιθεωρητής της «Τζεφατούρα Σουπεριέρ ντε Πολίτσια», που στήριζε όλες τις ελπίδες του σ’ αυτό το όμορφο αγόρι για να συλλάβει τον Ιγκνάτιο Βιλλάρ, ιδιοκτήτη ενός καμπαρέ στο Μπάριο Τσίνο.
Κι όταν ο Πάκο θα επιμένει να μην εμφανίζεται, μια άγνωστη φαρμακερή φωνή θ’ αρχίσει ν’ απευθύνεται σε ορισμένα πρόσωπα, ρωτώντας μόνο:
ΘΥΜΑΣΑΙ ΤΟΝ ΠΑΚΟ;